• 24 ΟΚΤ 18

    Η συναισθηματική ζωή των παιδιών

    Η συναισθηματική ανάπτυξη στην παιδική ηλικία είναι ένα θέμα που όλο και περισσότερο αναδύεται στη σκέψη και τη δράση μας, όταν αναφερόμαστε στα παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας. Η ικανότητα αναγνώρισης των συναισθημάτων τόσο των δικών μας όσο και των άλλων αποτελεί ένα σημαντικό στάδιο στην ανθρώπινη ανάπτυξη και το επίσημο όνομα που της αποδίδεται είναι συναισθηματική νοημοσύνη. Πρόκειται για εξίσου σημαντικό τμήμα της νοημοσύνης, για ένα ακόμη σκαλί που καλούμαστε να ανεβούμε από την παιδική κιόλας ηλικία.

    Τα παιδιά έχουν πλούσια συναισθηματική ζωή, όπως και οι ενήλικες, η οποία άλλοτε μας είναι πιο διακριτή και άλλοτε χρειάζεται διερεύνηση και αποκωδικοποίηση, για να την κατανοήσουμε. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όσο πιο πολύ αφουγκραζόμαστε την παιδική σκέψη και έκφραση, τόσο πιο βοηθητικοί μπορούμε να γίνουμε στη συναισθηματική τους ανάπτυξη. Πολλές φορές η έκφραση βιωμάτων και προβληματισμών γίνεται μέσα από το παιχνίδι ή τη ζωγραφική ή ακόμη και το σύνολο της μη λεκτικής παρουσίας του παιδιού. Η παρατηρητικότητά μας και η εγγύτητά μας μπορεί να αποτελέσει πλούσια πηγή πληροφοριών για τον ψυχικό κόσμο ενός παιδιού. Η απώλεια, ο θυμός, η απογοήτευση και πολλές άλλες όψεις του συναισθηματικού σύμπαντος καθρεφτίζονται στη συμπεριφορά και τον τρόπο επικοινωνίας των παιδιών. Όσα διαδραματίζονται στο σπίτι, στο σχολείο και σε όλες τις κοινωνικές πτυχές του κόσμου, ένα παιδί τα αφουγκράζεται και τα απορροφά με το δικό του τρόπο, πάντοτε όμως τα λαμβάνει ως σήματα στις συναισθηματικές του κεραίες και αυτό είναι μια βεβαιότητα.

    Συνεπώς, είναι πολύ σημαντική η αφήγηση τόσο η δική μας όσο και των παιδιών μας να περιλαμβάνει προσωπικές μαρτυρίες συναισθημάτων και να δίνεται ο χώρος και ο χρόνος λεκτικής έκφρασης. Από τη μια μεριά δηλαδή, μπορούμε στο πλαίσιο του γονεϊκού ρόλου, να δρούμε ως πρότυπα συναισθηματικής έκφρασης, υιοθετώντας μια γλώσσα που περιγράφει τη δική μας συναισθηματική κατάσταση και από την άλλη μεριά, να δίνουμε την ευκαιρία και την επιλογή στο παιδί να εντοπίσει και να λεκτικοποιήσει το πώς νιώθει ή πώς μπορεί να εκφράσει τον προβληματισμό του. Η ενθάρρυνση που του προσφέρουμε μέσα από ανοιχτές ερωτήσεις και μέσα από μια γλώσσα που αντιστοιχεί σε εργαλείο περιγραφής του ψυχικού κόσμου, μπορεί να το βοηθήσει στην καλύτερη κατανόησή του, στην περαιτέρω ανάπτυξη μοτίβων επικοινωνίας και σίγουρα στην ανακούφισή του. Για παράδειγμα, μιλώντας για τη χαρά μας, το θυμό μας ή τη στενοχώρια μας, στο πλαίσιο πάντοτε μιας θεματολογίας συμβατής με την παιδική παρουσία, δημιουργούμε ένα ασφαλές πλαίσιο ανάδυσης και λεκτικής έκφρασης των συναισθημάτων που συνοδεύουν τα βιώματα που έχουν τα παιδιά στην καθημερινότητά τους και πολλές φορές χαρακτηρίζονται από μεγάλη πολυπλοκότητα.

    Έτσι το οικογενειακό πλαίσιο γίνεται ένα δημιουργικό και έμπιστο περιβάλλον, όπου το παιδί μπορεί να πειραματιστεί με ασφάλεια όσον αφορά την έκφρασή του και τις πιο λειτουργικές εκφάνσεις της, ώστε να περάσει στο σταυροδρόμι των κοινωνικών σχέσεων με μια πλούσια παρακαταθήκη, γεμάτη κώδικες συναισθημάτων, απαραίτητων για την αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους. Πρόκειται για μια κληρονομιά που πάντοτε θα μπορεί να ανατρέχει σε αυτή, ακόμη και αφού περάσει το κατώφλι της ενηλικίωσης.

    Αναστασία Κουλιακιώτη

    Ψυχολόγος, Συστημική Οικογενειακή Ψυχοθεραπεύτρια