• 29 ΝΟΈ 17

    Ψυχολογικές ανάγκες βρέφους

    Η γέννηση ενός παιδιού διαφοροποιεί σημαντικά όχι μόνο το πρόγραμμα, την καθημερινότητα και την όλη δραστηριότητα της οικογένειας, αλλά τον ψυχισμό των γονιών, τα όνειρα, τις φαντασιώσεις και την αντίληψή τους για το τι είναι ζωή.

    Το βρέφος αρχικά επηρεάζει μόνο με την ύπαρξή του και τις ανάγκες του. Οι γονείς είναι σε διαρκή εγρήγορση για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του, χωρίς ωστόσο να παίρνουν κάποια ανταπόκριση. Στη συνέχεια όταν το βρέφος αρχίζει να κάνει αισθητή την παρουσία του, αρχίζει να αλληλεπιδρά με πρόσωπα και να εκφράζει τις ανάγκες του, η αλλαγή στους ρυθμούς της οικογένειας γίνεται ακόμη πιο αισθητή. Το χάδι, η σωματική επαφή, η ανθρώπινη ομιλία και επικοινωνία, είναι για το βρέφος στοιχεία εξίσου απαραίτητα, όπως η τροφή και το νερό. Η υπερβολή όμως στην παροχή των παραπάνω μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα την υπερδιέγερση του βρέφους. Όπως και τα μεγαλύτερα παιδιά, αλλά και οι ενήλικες, έτσι και τα βρέφη, χρειάζονται χρόνο για να υπάρξουν με τον εαυτό τους.

    Παρατηρείται σε μητέρες, μετά τον τοκετό μια άσχημη ψυχολογική κατάσταση, που πολλές φορές πληρεί τα κριτήρια της κατάθλιψης. Ειδικότερα περιγράφεται μια ευσυγκινησία, ευερεθιστότητα, εύκολο κλάμα, αρνητικές σκέψεις, θλίψη, ανηδονία, κατάσταση στην οποία δεν μπορούν να χαρούν το μωρό τους, ή που δημιουργεί συνολικότερα προβλήματα στο περιβάλλον. Η κατάσταση αυτή χρειάζεται να αντιμετωπίζεται από ειδικό άμεσα, ώστε να μειωθούν οι αρνητικές επιπτώσεις στο βρέφος.

    Πριν από την ολοκλήρωση του πρώτου χρόνου το βρέφος δεν μπορεί να αντέξει μεγάλους χρονικά αποχωρισμούς από την μητέρα ή το πρόσωπο που το φροντίζει. Η καλή ατμόσφαιρα και η έλλειψη εντάσεων, κρίσεων και έντονων καταστάσεων μέσα στο σπίτι ευνοεί την ομαλή ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Το ταπεραμέντο του παιδιού εμφανίζεται πολύ νωρίς στη ζωή του. Συναντάμε παιδιά τα οποία από τις πρώτες μέρες της ζωής βρίσκουν εύκολα ρυθμούς, με τη διατροφή και τον ύπνο τους και τις πιο πολλές ώρες είναι ικανοποιημένα ή ήρεμα. Από την άλλη παρατηρούμε παιδιά τα οποία δύσκολα κοιμούνται, δύσκολα τρώνε και παρουσιάζουν μια έντονη, διαρκή δυσφορία ή γκρίνια. Ανάμεσα στις δύο αυτές κατηγορίες, υπάρχει και μια ενδιάμεση, με διαφορετικού βαθμού δυσκολίες. Η υπομονή και επιμονή, η ψυχραιμία των γονιών και η βοήθεια από το υποστηρικτικό σύστημα της οικογένειας (παππούδες, συγγενικά ή άλλα πρόσωπα) βοηθάνε να μεγαλώσει κάποιος καλά και τα δύσκολα παιδιά.

    Πριν από τον 7ο – 8ο μήνα δεν υπάρχει στον ψυχισμό του βρέφους η διάκριση του εξωτερικού από το εσωτερικό περιβάλλον. Αυτό που αντιλαμβάνεται και σ’ αυτό ανταποκρίνεται είναι η άμεση ικανοποίηση των βασικών του αναγκών. Η σταθερή, άμεση ανταπόκριση του προσώπου που το φροντίζει, ορίζει ουσιαστικά την ύπαρξή του. Το μεταβατικό στάδιο στο οποίο η μητέρα γνωρίζεται και δημιουργεί σχέση με το παιδί, κυμαίνεται. Όσο ταχύτερα ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, τόσο πιο επωφελές για το παιδί. Η μητέρα μπορεί στη συνέχεια να αποκωδικοποιεί εύκολα και γρήγορα τα «σήματα» που παίρνει από το βρέφος, ξεχωρίζοντας το κλάμα της πείνας, της δυσφορίας, της ανάγκης για ύπνο και τα λοιπά.

    Αν το βρέφος είναι το δεύτερο παιδί της οικογένειας, οι γονείς χρειάζεται να ανταποκριθούν με τον ίδιο σταθερό και άμεσο τρόπο, όπως και με το πρώτο παιδί. Αυτό το αναφέρω, διότι πολλές φορές κατευθυνόμενοι οι γονείς από διάφορες σκέψεις και φόβους σχετικά με την ψυχική υγεία του πρώτου παιδιού, «αγνοούν» το βρέφος ή προσπαθούν να δώσουν περισσότερη σημασία στο μεγάλο ώστε να μην «ζηλέψει». Το ζητούμενο είναι να βοηθήσουμε το πρώτο παιδί να αποδεχθεί την παρουσία του μικρού και να μάθει να συνυπάρχει αρμονικά μαζί του και όχι να αλλοιώσουμε την πραγματικότητά του, δείχνοντας τάχα ότι δεν δίνουμε σημασία στο μικρό και άλλα παρόμοια.

     

    Τιμόθεος Σάββα

    Παιδοψυχίατρος